Άγης Μπράτσος: «Επάμεροι»

Ευσταθία Δήμου, diastixo.gr, 20.5.2022

Η νεότερη και σύγχρονη ελληνική ποίηση μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί πως διαθέτει τη δική της αυτοδύναμη και αυτοδημιούργητη παράδοση χαϊκού, έτσι που να μπορεί να καταστεί δυνατή όχι μόνο η αναγνωστική επίδοση στο είδος, αλλά και η μελετητική του, κριτική και φιλολογική, προσέγγιση. Η στροφή, πράγματι, πολλών ποιητών στο τρίστιχο αυτό ποίημα, η προέλευση του οποίου τοποθετείται σε χώρο κατά πολύ απομακρυσμένο από την Ελλάδα, στην Ιαπωνία συγκεκριμένα, και σε βάθος χρόνου, τον 16ο αιώνα μ.Χ., υπήρξε τόσο ευρεία και εκτεταμένη, ώστε το χαϊκού να αποκτήσει τους δικούς του θεράποντες και, στο μέτρο που αυτοί ασχολήθηκαν, κατ’ αποκλειστικότητα, με την καλλιέργεια και τη διεύρυνση των όρων και των ορίων της δημιουργίας του, τους δικούς του, αναγνωρίσιμους πλέον, από τον τρόπο και τον προσανατολισμό της γραφής τους, εκπροσώπους. Ένας από τους εκπροσώπους αυτούς, που έχει να επιδείξει μια ευρείας έκτασης ποιητική δημιουργία σε χαϊκού, στα οποία προσέδωσε μια ιδιαίτερη, τη δική του ιδιαίτερη, πιο σωστά, σφραγίδα, είναι ο Άγης Μπράτσος, που επανέρχεται τώρα με μια ακόμα συλλογή χαϊκού, η οποία φέρει τον αρχαιοελληνικής προέλευσης τίτλο Επάμεροι –εφήμεροι δηλαδή–, μια λέξη που αποδίδει και καθοδηγεί με άκρα ευθύτητα τις προσδοκίες του αναγνώστη προς την κατεύθυνση του εφήμερου της ανθρώπινης ύπαρξης και του τρόπου με τον οποίο αυτή θα πρέπει να μορφοποιηθεί, ώστε να κατοχυρώσει τις βασικές αρχές και αξίες που συνθέτουν την ουσία της: Ευτυχισμένος/ θα πρέπει να σημαίνει/ δικαιωμένος.

Τα χαϊκού του Μπράτσου, όπως μπορεί κανείς να αντιληφθεί ακόμα και με μια πρώτη ανάγνωση, διαθέτουν μια ιδιαιτερότητα η οποία δεν προκύπτει μόνο από το διαφορετικό, κάθε φορά, θέμα του ποιήματος, αλλά και από τη μορφή του. Αυτό το δεύτερο φαίνεται ίσως αρκετά παράδοξο, από τη στιγμή που η μορφή των χαϊκού είναι προδιαγεγραμμένη και προϋπάρχουσα, συνεπώς και τα περιθώρια που έχει ο ποιητής να την αλλάξει ή να πειραματιστεί πάνω σε αυτήν είναι περιορισμένα ή ακόμα και μηδαμινά. Κι όμως ο Μπράτσος φαίνεται πως κατορθώνει, χωρίς να επέμβει στον κανόνα, να διαμορφώσει έτσι τα χαϊκού του, ούτως ώστε αυτά να αποκτήσουν μια μουσικότητα και έναν ρυθμό, έναν εύχαρι τόνο που και την ανάγνωση διευκολύνει και στο νόημα υπεισέρχεται, για να του προσδώσει μια συγκεκριμένη κατεύθυνση και προσανατολισμό. Η ρυθμικότητα αυτή προκύπτει κυρίως από τη χρήση του εκφραστικού σχήματος της επανάληψης όμοιων ήχων σε κοντινά μεταξύ τους διαστήματα, της γνωστής στην ποίηση παρήχησης, που πολλές φορές προσιδιάζει στην ομοιοκαταληξία, όχι όπως αυτή εντοπίζεται μέσα σε ένα παραδοσιακό ποίημα, αλλά όπως εφαρμόζεται αναγκαστικά στο χαϊκού, είτε δηλαδή στο τέλος των στίχων, είτε στο εσωτερικό τους: Τόσα ταξίδια/ τα ίδια και τα ίδια./ Εσύ πουθενά. Αυτό το παιχνίδι με τους ήχους, πέρα από τον κυματισμό που δημιουργεί στο ίδιο το ποίημα και την αίσθηση της τέρψης που αφήνει στην ακοή, λειτουργεί εμφατικά, καθώς η επισήμανση όμοιων ήχων που φέρνει εγγύτερα τις λέξεις διαμορφώνει την εντύπωση της εγγύτητάς τους και σε επίπεδο σημασιολογικό, της ταύτισής τους σε ένα νέο, ενιαίο όλον με τη δική του σημασία, το δικό του νόημα, τις δικές του προεκτάσεις.

Από την άλλη, όμως, αυτή ακριβώς η συντομία αναπληρώνεται με το ευρύ, σχεδόν απεριόριστο πεδίο που ανοίγεται μπροστά στον ποιητή και το οποίο φαίνεται να αποτελείται από απειράριθμα ερεθίσματα, που μπορούν να μετουσιωθούν στα μικροποιήματα αυτά.

Αυτή η παιγνιώδης διάθεση και τάση που εντοπίζεται στο επίπεδο της στιχουργίας ενυπάρχει και στο επίπεδο των σημαινομένων, των σημασιών και του περιεχομένου καθενός από τα τρίστιχα και εκδηλώνεται άλλοτε ως ειρωνεία υποδόρια και λεπτή –Άκου, θάλασσα:/ Τα κάναμε μούσκεμα/ μα σαλπάραμε– και άλλοτε ως θυμοσοφία και ενατένιση του ανθρώπινου βίου στις ρεαλιστικές του διαστάσεις, στο γνωστό και γνώριμο σε όλους περίγραμμά του. Γι’ αυτό και το γραμματικό πρόσωπο που προεξάρχει και χρησιμοποιείται στα περισσότερα από τα ποιήματα είναι το δεύτερο ενικό. Γιατί αποτυπώνει ακριβώς την πρόθεση του ποιητή να δώσει το στίγμα μιας ποίησης συμβουλευτικής, μιας ποίησης που θα γεφυρώσει το χάσμα το οποίο αναπόφευκτα χωρίζει την τέχνη από τη ζωή και θα φέρει την πρώτη κοντά στη δεύτερη με όρους όχι αυστηρά διδακτικούς, οπωσδήποτε όμως οικειωτικούς μιας λογικής που θέλει τον ποιητή να διαβάζει, να αποκρυπτογραφεί και να πλάθει από την αρχή την ανθρώπινη φύση σε όλες τις πτυχές, σε όλες τις εκφάνσεις του ιδιωτικού και δημόσιου βίου: Προορίζεσαι/ κι ας μην έχεις ιδέα/ για τα ηδέα. Η προσέγγιση, μάλιστα, αυτή γίνεται με ιδιαίτερη οξυδέρκεια, στοιχείο που οδηγεί στην υπόθεση ότι, τελικά, το καταλληλότερο ίσως όχημα για τη διείσδυση στα βαθύτερα μυστικά της ανθρώπινης ουσίας είναι η σύντομη, καίρια και καταλυτική έκφραση, η εκμετάλλευση των λιγότερων δυνατών λέξεων, ακριβώς για να μπορέσει ο αναγνώστης να προβεί στη συμπλήρωση των κενών ενεργοποιώντας τον δικό του λεκτικό πλούτο. Από την άλλη, όμως, αυτή ακριβώς η συντομία αναπληρώνεται με το ευρύ, σχεδόν απεριόριστο πεδίο που ανοίγεται μπροστά στον ποιητή και το οποίο φαίνεται να αποτελείται από απειράριθμα ερεθίσματα, που μπορούν να μετουσιωθούν στα μικροποιήματα αυτά. Κάπως έτσι και η ποιητική συλλογή του Μπράτσου προσομοιάζει σε ένα ψηφιδωτό που έχει στόχο την αποτύπωση ή, καλύτερα, την υπόμνηση του εφήμερου της ανθρώπινης ύπαρξης, ακριβώς για να μπορέσει ο άνθρωπος να αντιληφθεί τη «σμικρότητά» του, όχι μόνο σε μέγεθος, αλλά και σε διάρκεια, και να βρει τη σωστή του διάσταση, αυτή που συμπυκνώνεται στην έννοια και στις εκδηλώσεις του μέτρου, της ισορροπίας, της αποφυγής κάθε περιττού ή υπερβολικού στοιχείου. Από αυτό ακριβώς το στοιχείο προκύπτει και η βαθύτερη σχέση ή συνάφεια των ποιημάτων του Μπράτσου με την αρχαιοελληνική λογοτεχνία και, πιο συγκεκριμένα, η συγγένειά τους, σχετική ή απόλυτη, με τα γνωστά και για πολλούς αιώνες καλλιεργούμενα επιγράμματα που, μεταξύ άλλων, εναγκαλίστηκαν τον άνθρωπο στη μία και μόνη εκδοχή του, τη γήινη.

Από τις τρέχουσες ποιητικές συλλογές

Γιώργος Βέης, Τα Ποιητικά, τριμηνιαίο περιοδικό για την ποίηση, τεύχος 44, Ιανουάριος- Μάρτιος 2022

Δέκατη συλλογή. Περιέχει 147 χαϊκού. Επάμεροι=εφήμεροι. Η γλώσσα εναρμονίζεται με το εκ προοιμίου αυστηρό λακωνίζειν, χωρίς όμως να υπολείπεται σε ένταση ρήματος. Οι αιφνιδιασμοί από τις νοηματικές εναλλαγές ποικίλλουν, αναβαθμίζοντας στην πράξη την αξία του κειμενικού πλαισίου. Εύκολα διαπιστώνεται, εκτός των άλλων, η συστηματική ευελιξία της εμφανώς έμπειρης και ως εκ τούτου λειτουργικής διαχείρισης του συγκεκριμένου συγκινησιακού υλικού. Οι συνθέσεις αυτές δρουν με επιτυχία στους αντίποδες του επαπειλούμενου εκμαυλισμού του χαϊκού σε μια καταχρηστική, εμφανώς αυτιστική επανάληψη του επουσιώδους, του οχληρά περιττού και του αφελούς. Η συνέπεια ύφους διατηρείται αμείωτη. Η σκόπιμη εστίαση στο καίριο υπαγορεύει το κάθε τρίστιχο. Συγκρατώ ότι η απρόσκοπτη διατήρηση της επικοινωνίας με την ευρύτερη παράδοση του έγκυρου λόγου αποτελεί το μείζον σημασιολογικό μέλημα. Έστω ένα αρκούντως χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Άλυτος γρίφος: / Επάμεροι˙ τι δε τις; /Πιάσε το ξίφος». Η έμμεση πλην σαφής αναφορά στον Πυθιόνικο, VII, 95-96 του Πινδάρου, δηλαδή κατά λέξη: «επάμεροι˙ τι δε τις; Τι δ΄ ου τις; σκιάς όναρ άνθρωπος», ενισχύει εκ του ασφαλούς την παρούσα λεκτική στρατηγική.

Πολεμώντας τον πόλεμο

[ένα σχεδίασμα στοχασμών]

Γιάννης Πανούσης, Αρθρογράφος
Τέως Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών & Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Καθηγητής Εγκληματολογίας Παν/μιου Αθηνών
huffingtonpost.gr, 30 Μαρτίου 2022

Ο πόλεμος δεν ματώνει μόνο τα σώματα των ανθρώπων

Χαλάει και τις ψυχές

Τις σαπίζει στην ανέχεια, στον φόβο και στην υποψία

Θωμάς Ψύρρας, Τι απομένει απ’τη φωτιά

Ο Πόλεμος ως επιταχυντήρας διαφόρων αφαν-ισμών (καπιταλ-ισμών και κομμουν-ισμών) κι ως δ-ιώδια θανάτου (καπιταλιστών και κομμουνιστών ανθρώπων).

Ο καλός, ιερός, δίκαιος πόλεμος που σκοτώνει εξίσου με τον κακό, ανίερο, άδικο πόλεμο.

Ο πόλεμος της Ανατολής κι ο πόλεμος της Δύσης που καταστρέφουν το Βορρά και το Νότο.

Οι υπεραναπτυγμένες Αυτοκρατορίες που επιτίθενται και οι υπανάπτυκτοι λαοί που αντιστέκονται.

Οι ατομικές βόμβες που οπλίζονται και οι μολότωφ που εκσφενδονίζονται.

Οι άψυχες μηχανές που ισοπεδώνουν τις ψυχές των άμαχων κατοίκων.

Οι μαχητές της Ελευθερίας που δίνουν όρκο και οι “απελευθερωτές” που γίνονται ριψάσπιδες.

Τα στρατιωτικά Επιτελεία που συνεργάζονται με τα φίλα προσκείμενα ΜΜΕ για να μην ακούγεται η αλήθεια.

Οι διανοούμενοι που αγνοούνται και οι συν-οδοιπόροι που “δολοφονούν” χαρακτήρες.

Αυτός είναι ο Πόλεμος. Ο πόλεμος των μεθ-ορίων, των μέσων και των σκοπών, της Ιστορίας και της υστερίας, των ανθρώπων και των απανθρώπων.

Ύστερα όμως θ ’ακολουθήσει “ο πόλεμος του πολέμου”, the day after…

Νέος κόσμος με new deal;

Νέα Ευρώπη με new euro;

Νέα Ελλάδα με new civil war;

Ή μήπως ένα New Big Bang;

ΥΓ.:

’Γελάς αθώα

που να ξέρεις τώρα

όσα έρχονται”

(Άγης Μπράτσος, Επάμεροι-147 χαϊκού)

Πολεμοχαρείς ειρηνόφιλοι ή ειρηνοποιοί πολεμιστές;

Του Γιάννη Πανούση, capital.gr, 30 Μαρτίου 2022 

Ουδείς αντέχει
την ελευθερία του 
ακατοίκητη

Άγης Μπράτσος, Επάμεροι-147 χάϊκού

Αν η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ιδεολογία και την πραγματικότητα, το δόγμα και την ανα/θεώρηση, τη θεο-λογική Δευτέρα Παρουσία και το “επαναστατικό” προτσές είναι δυσδιάκριτη, φοβάμαι ότι το ίδιο συμβαίνει με τον Πόλεμο και την Ειρήνη, τον (κρυφό) Νεο-ολοκληρωτισμό και τη (λαβωμένη) Δημοκρατία. Για πολλούς τα “πάντα όλα της Βίας” δεν προσεγγίζονται με βάση το Δίκαιο και τους θεσμούς αλλά αξιολογούνται σύμφωνα με την οπτική γωνία στην οποία στέκονται και τα βλέπουν να συμβαίνουν. Μερικοί τραμπ-αλίζονται μεταξύ του συμφέροντος Κακού και του μη-αρεστού Καλού, άλλοι ισχυρίζονται ότι βρίσκονται στο πλευρό της ελευθερίας των λαών (χωρίς να ορίζουν το ακριβές περιεχόμενο αυτής της ελευθερίας), ενώ κάποιοι τάσσονται υπέρ της ζωής του ανθρώπου (χωρίς πάλι να ξεκαθαρίζουν αν πρόκειται για τον “σκλάβο-άνθρωπο”, για τον έμφοβο Κυρ Παντελή ή για τον αλήστου μνήμης “νέο άνθρωπο” που θα κατασκεύαζαν στο παρελθόν οι “απελευθερωτές των λαών”). Εκείνοι δε που δηλώνουν ότι κινούνται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας συνήθως δεν διαθέτουν ούτε την υπομονή να περιμένουν “που θα κάτσει στο τέλος η μπίλια της Ιστορίας”, ούτε το θάρρος να παραδεχτούν ότι λάθεψαν στις προβλέψεις τους, όταν η Ιστορία τους γυρίσει την πλάτη.

Πρέπει κάποτε, ως Ανθρωπότητα, να συμφωνήσουμε ότι η Βαρβαρότητα δεν έχει οικόσημο ή κομματικό σύμβολο, γι’ αυτό και η ανοχή στη Βία δεν έχει χρώμα. Ο άδικος, απρόκλητος, αιματηρός πόλεμος δεν μπορεί να στηρίζεται σε επιχειρήματα ηθικού σχετικισμού κινήτρων και σκοπών ή να επικαλείται ιστορικούς συμψηφισμούς. Από την άλλη οι ψευταλήθειες των ΜΜΕ δεν νομιμοποιούν την εσωτερική προπαγάνδα (για μικροκομματικά οφέλη), ούτε η βία των άλλων να συντηρεί το πάγιο μεταπολιτευτικό μας διχαστικό σύνδρομο. Εκείνοι σκοτώνονται από βόμβες κι εμείς “σκοτώνουμε” την εθνική μας ενότητα (στο όνομα των διαφορετικών αναλύσεων της κρίσιμης παγκόσμιας κατάστασης των κοινών κινδύνων). Φαίνεται ότι για το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν έχει τόση σημασία “το ποιός έχει το δίκιο με το μέρος του”, όσο με “το ποιανού το μέρος είμαστε διαχρονικά κι εν γένει”. Αυτό το βάναυσο παιχνίδι εντυπώσεων κι απαράδεκτου επικοινωνισμού συνοδεύεται κι από ανεύθυνους παρόχους, οι οποίοι αδιαφορούν για το ηθικοαξιακό δηλητήριο που διοχετεύουν για να δημιουργήσουν εύπιστους οπαδούς κι όχι ενημερωμένους πολίτες. Από τον λαϊκισμό της οικονομικής κρίσης στον λαϊκισμό των πολεμικών ανταπο-κρίσεων μιάς δημοσκόπησης δρόμος.

Νομίζω ότι έχουμε φτάσει στα όρια της παλαιο-κομματικής εποχής, όπου ο παρασιτικός/χυδαίος οικονομισμός συγκατοικούσε αρμονικά με τον άκρατο τεχνο/κρατισμό, με τους οργανικούς διανοούμενους να κινούνται ένθεν/κακείθεν. Μολονότι ορισμένοι εξορκίζουν τις δογματικές άκαμπτες προσεγγίσεις, οι δηλώσεις ’’ναι μεν αλλά… επειδή και διότι… εάν κι εφόσον’’ θέτουν εκ νέου το ερώτημα αν στην Ελλάδα η διανοητική αποσταλινοποίηση έχει ολοκληρωθεί (ή μήπως ψάχνει ευκαιρίες για να εκδηλωθεί;).

Όσο εξακολουθούμε αντί να ερμηνεύουμε με πραγματικά εργαλεία και με καθαρό μάτι τα διεθνή/πολιτικά/κοινωνικά φαινόμενα αλλά προτιμάμε να τα “καπελώνουμε” με βάση προϋπάρχουσες ρετσέτες, όσο οι ηγεσίες των κομμάτων δεν συνειδητοποιούν ότι δεν καθοδηγούν (με τακτικισμούς) τους δημοσκόπους αλλά ενημερώνουν ορθά τον τρομαγμένο λαό, όσο ο οπορτουνισμός και ο εξτρεμισμός αλληλοκατηγορούνται συνεργαζόμενοι, όσο οι αδογμάτιστοι πολιτικοί φορείς αργούν να εμφανιστούν, το μετα-πολεμικό μέλλον της χώρας (σ’ έναν πλανήτη που θα ανασυγκροτείται σε μη-γνωστή βάση αξιών) δεν μοιάζει ευοίωνο.

Οι καινούργιες αναζωογονητικές ιδέες δεν πρέπει ν’ ακολουθήσουν την παλαιά αποτυχημένη συνταγή “της ιδεαλιστικής ιδεολογίας κάποιας θνησιγενούς μεγάλης Ιδέας”, δεν πρέπει να υιοθετηθούν νέοι μύθοι ενός ιδιότυπου “ανθρωπισμού με το κομμάτι” (για λαϊκή κατανάλωση).

Ίσως αυτός ο εκτός των δικών μας συνόρων πόλεμος να γίνει μία αφορμή για να θέσουμε τους σταθερούς κι απαράβατους κανόνες και τα ακραία όρια για την ποιοτική λειτουργία της Δημοκρατίας μας.

ΥΓ.’’Το μάτι που κουράστηκε
να εμμένει
στο ίδιο πάντα όνειρο’ (Αντ.Φωστιέρης, Εκδοχή συντέλειας)

* Ο κ. Γιάννης Πανούσης είναι Καθηγητής Εγκληματολογίας, πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη

Για την ποιητική συλλογή του Άγη Μπράτσου «Επάμεροι» (εκδ. Κέδρος)

Του Διογένη Σακκά, Bookpress, 18 Μαρτίου 2022

Η ποιητική συλλογή Επάμεροι του Άγη Μπράτσου αποτελείται από 147 χαϊκού. Παρατίθενται δύο ανά σελίδα χωρίς κάποια περαιτέρω διάρθρωση· στέκει το καθένα μόνο του.

«Μια συνείδηση
ένοχη, απόδειξη
πως έχεις καρδιά». (σ.41)

Το χαϊκού είναι ίσως η πιο σύντομη ποιητική φόρμα: 14 συλλαβές εν τω συνόλω, διαρθρωμένες σε τρίστιχα 5 και 7 και 5 συλλαβών, όπως τα γράφει ο Μπράτσος εν προκειμένω. Θα μπορούσαν να διαβαστούν σε μια ανάσα, και ένα μεγάλο τους προσόν έχει περιγραφεί καίρια από τον προσφάτως εκλιπόντα Γιώργο Μπρουνιά : «Σ’ αυτή τη στιγμιαία ποίηση, που πρέπει να είναι ακαριαία μαζί και διαρκής […] ένα γράμμα μόνο, με ή δίχως τόνο, μπορεί να φέρει όλη τη διαφορά» (από την «Εισαγωγή» του στην έκδοση 91 Ιαπωνικά ποιήματα συν 1, εκδ. Το Ροδακιό).

Τα χαϊκού του Μπράτσου όντως σεβάστηκαν ότι και ένα γράμμα μπορεί να κάνει τη διαφορά, έτσι λεπτοδουλεμένα όπως είναι. Άλλοτε με ύφος γνωμικού, άλλοτε απορίας, άλλοτε διαπίστωσης.

«Οι επιλογές
είναι στάση και βάθρο
στην υπόσταση». (σ.63)

«Κέρδος εις διπλούν
όσα δίνω ν’ αψηφούν
αν με συμφέρει». (σ.66)

Ή ακόμα και δικαιολογώντας στην κυριολεξία τη μετάφραση του όρου χαϊκού: αστείοι στίχοι.

«Γι’ αυτά που κρύβεις
ο φαλλός πάντα ορθός.
Ορθώς τα κρύβεις». (σ.30)

Κάνοντας μια απόπειρα χαρακτηρισμού της ποίησης του Μπράτσου, θα την ονομάζαμε ποίηση που διατρέχεται από ένα συνεσταλμένο ερωτισμό με αξιακό αντιφέγγισμα.

Προσπαθώντας να χαρτογραφήσουμε τις περιοχές που καλύπτουν, τούτα είναι είτε για την ερωτική επιθυμία, είτε για διάφορες έννοιες όπως ελευθερία, δικαιοσύνη, τάξη, πίστη, ζωή, ενσωματώνοντας παράλληλα φράσεις της αρχαιοελληνικής, κυρίως, γραμματείας, όπως εκθέτει επεξηγηματικά ο ίδιος ο ποιητής στο τέλος της συλλογής του: ο ίδιος ο τίτλος «Επάμεροι» (εφήμεροι) προέρχεται από τον Πίνδαρο. Κάνοντας μια απόπειρα χαρακτηρισμού της ποίησης του Μπράτσου, θα την ονομάζαμε ποίηση που διατρέχεται από ένα συνεσταλμένο ερωτισμό με αξιακό αντιφέγγισμα.

«Ατόφια ζωή
Η εμμονή σου να σπας
Τα προσωπεία». (σ.61)

Με δεδομένη τη ροπή της σύγχρονης νεοελληνικής ποίησης στην άνευρη πεζολογία, ο φορμαλισμός είναι ένας τρόπος που μετέρχονται ορισμένοι ποιητές για να πάρουν αποστάσεις από την ευκολία στη γραφή. Δεν είναι λίγες όμως οι απόπειρες που ναυαγούν, όταν τα αποτελέσματα έχουν κάτι το «φτιαχτό» και μια οσμή ναφθαλίνης. Από αυτό τον σκόπελο ξεφεύγει ο Μπράτσος και μας παραδίδει χαϊκού με μια ζωντάνια και αμεσότητα, το καθένα σαν ένα ελκυστικό τουιτάρισμα (για να χρησιμοποιήσω ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης που ευνοεί τα βραχέα μηνύματα). Αν κάτι λείπει από την ποιητική συλλογή συνολικά, είναι λίγη περισσότερη τόλμη και βαθύτερο σκάψιμο στην εποχή, ένα μεγαλύτερο ερμηνευτικό άνοιγμα. Να μας φέρει στην επιφάνεια κάτι από το μέσα χώμα. Αυτό δεν θέλουμε από τους καλλιτέχνες; Είτε είναι σπάνια πετρώματα, θαμμένοι θησαυροί, ακόμα και σκουλήκια.

Αν κάτι λείπει από την ποιητική συλλογή συνολικά, είναι λίγη περισσότερη τόλμη και βαθύτερο σκάψιμο στην εποχή, ένα μεγαλύτερο ερμηνευτικό άνοιγμα. Να μας φέρει στην επιφάνεια κάτι από το μέσα χώμα.

Το στοίχημα της σημερινής ποίησης σε μια συγκεχυμένη εποχή με έντονη ανάγκη ερμηνείας, σε συνδυασμό με τη σπάνη του αναγνωστικού χρόνου όπως εντείνεται από την επέλαση της οθόνης, είναι ακριβώς η μικρή έκταση με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ερμηνευτικό άνοιγμα. Πυκνός στίχος αλλά και μεγάλη δρασκελιά, ικανή να διατρέξει καίριες όψεις του επιστητού, «σπρώχνοντας» εκ των πραγμάτων σε πιο συνθετικές απόπειρες. Κάτι που ίσως αναζωογονήσει και τη συνάντηση της ποίησης με άλλες τέχνες, με το πώς αισθανόμαστε κι ερμηνεύουμε την πραγματικότητα.

Δυο διευκρινήσεις ίσως είναι διαφωτιστικές σε αυτό το σημείο. Πρώτον, η απαίτηση για ερμηνευτικό άνοιγμα στην ποίηση δεν περιορίζεται στη διατύπωσή μονοσήμαντων θέσεων, ούτε παραγνωρίζεται ο ρόλος της σιωπής στο σμίλεμα των λέξεων (αρκεί η σιωπή να μην είναι ευκολία). Και η ίδια η σιωπή αποκτά ένταση, γιατί όχι αγωνία, αν όμως έχουν προηγουμένως αναλωθεί όλες οι δυνάμεις κάτι ν’ αρθρωθεί, ή έστω να αναδειχθούν οι αντιφάσεις στην ανθρώπινη περιπέτεια και ο δρόμος για μια δικαίωση.

Δεύτερον, η απαίτηση για ένα συνθετικό εγχείρημα, δεν αναιρεί την αξία και τη λάμψη λεκτικών μονάδων σε ένα ποίημα. Εξάλλου δεν είναι και λίγες οι φορές που μια σύνθεση στερεώνει ή αναδεικνύει τέτοιες λεκτικές μονάδες. Εν τούτοις, δίνει την ευκαιρία για μια περαιτέρω αναψηλάφιση. Ας δούμε δύο χαϊκού του Μπράτσου:

«Μια μεστή ζωή
Κατάμεστη σημαίνει
Επιθυμία». (σ.12)

«Να το πρόβλημα
Και μην το αποφεύγεις:
Μονίμως θέλεις». (σ.25)

Τελική η επιθυμία είναι πρόβλημα, ή οδός για μια μεστή ζωή; Σίγουρα ο αναγνώστης μπορεί εδώ να συμπληρώσει όπως θέλει τον χώρο ανάμεσα στα δύο αυτά χαϊκού ώστε να τα συναρμόσει μεστά νοήματος και συγκίνησης, το ένα δίπλα στο άλλο. Έχει σημασία όμως και ο δημιουργός να παραθέσει έτσι τις ψηφίδες, ώστε ο αναγνώστης να παρακινηθεί για τη συναρμογή. Και εδώ βρίσκεται η γοητεία της σύνθεσης ως δημιουργικό σχεδίασμα, σε αντιδιαστολή με την απλή παράθεση ψηφίδων.

* Ο ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΣΑΚΚΑΣ είναι κριτικός ποίησης.

Η νύχτα της γυναίκας

του Γιάννη Πανούση, iporta.gr,
Ο Γιάννης Πανούσης είναι Καθηγητής Εγκληματολογίας του Παν/μιου Αθηνών.

Παλιό μου ίνδαλμα

κι ύστερα φίλε

και τώρα απόβλητε

Αντ.Φωστιέρης, Το πάρτυ

Πολλές φορές η μέρα μας ξεγελάει. Οι αντανακλάσεις του ήλιου δημιουργούν αντικατοπτρισμούς και ορισμένοι αισθάνονται ίσοι με τους πλαϊνούς τους, εν γνώσει των διαφορών και των αδικιών

Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τη γυναίκα.

Το πρωί μπορεί να φαίνεται ότι είναι ίση με τον άντρα κι ισοδύναμη στην προσφορά [στη δουλειά, στις υποχρεώσεις, στη συνεισφορά].

Το βράδυ όμως τα πράγματα συχνά αλλάζουν. Οι φεγγαρόστρατες δεν αρκούν για να φωτίζουν τα πάθη και τα βάσανα που διαδραματίζονται μέσα στο σπίτι. Η ‘ίση’ γυναίκα μετατρέπεται σε μία στιγμή σε οιονεί-σκλάβα, σε υπάκουο και άβουλο αντικείμενο ηδονής, σε υπομόχλιο της συζυγικής καταπίεσης, σε θύμα βιαιοτήτων. Συνήθως όλα αυτά μπροστά στα μάτια των παιδιών.

Πολλές κάνουν υπομονή μέχρι να ξημερώσει για να ξαναποκτήσουν ‘πρόσωπο’. Άλλες δεν αντέχουν, φεύγουν, καταγγέλουν. Όλες [μας ] έχουν ανάγκη για να ρίξουμε φως στη ζωή τους.

Φως, περισσότερο φως. Ευαισθησία, περισσότερη ευαισθησία. Ενσυναίσθηση, περισσότερη ενσυναίσθηση.

ΥΓ.’Ό,τι κι αν πεις

δεν είναι της προκοπής

χωρίς το δίκιο’’ [Άγης Μπράτσος, Επάμεροι-147 χάϊκου]

ΤΑ ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ

Βλέπουν τον έρωτα σαν φωτιά
και γδύνονται έξαλλα να ζεσταθούν.
Στις φλόγες πού να πέσουν.

Το δέρμα καίγεται για περιπέτεια
κι ας επιπλέει στα ρηχά.

Με ανώδυνες εμπειρίες για ποια χαρά μιλούμε.
Για τα αινίγματα ριγούμε.

Είναι ένα παιχνίδι ποτέ τελειωμένο.
Ολοένα σκεπτικιστές
μηχανικά ανάβουμε φωτιές.

Αφού το ψύχος αυτό
απ’ τα χεράκια μας δοσμένο.

THE ENIGMAS

They view love as fire
and frantically undress to warm themselves.
What? Fall in the flames?

The skin is dying for an affair
though it floats in the shallows.

With painless experiences, what joy are we talking about.
It’s the enigmas that thrill us.

The game is never ending.
Sceptics as always
we light fires mechanically.

Since this cold
is of our doing.

Μετάφραση: Γιάννης Γκούμας

ΧΟΥΛΑΚΙΑ Ι

Επιτέλους στην παρθένα θάλασσα.
Στην αφή της παραδίνομαι.
Μα είναι τα πράγματα αγνά;

Ξένος στην αμμουδιά
Παίζω στα δάχτυλα
άπειρες εκδοχές.

Ούτε κι εδώ θ’ αγγίξω τη γαλήνη.
Η πέτρα του σκανδάλου είναι κιόλας στο χέρι μου.
Yλη τυχαία, στην εμπειρία προσιτή
με προκαλεί σαν εύκολη γυναίκα.

Η άμοιρη πετρούλα δε με φοβάται.
Μοιάζω απλός άνθρωπος.
Και τι μ’ αυτό;

Μπορώ να τη ζωγραφίσω και να τη χαράξω.
Να τη θρυμματίσω και να τη στείλω στα βαθιά.
Αναμνηστικό να τη βαφτίσω και ζωτικό αξιοθέατο.

Eχω κάθε δυνατή ευκαιρία.
Μονάχα ένα δεν μπορώ.
Ούτε άλλος κανείς θα μπορούσε.
Να την αφήσω ποτέ σε ησυχία.

e-poema.eu

Επάμεροι – 147 χαϊκού (Κέδρος, 2021)


έργο εξωφύλλου: Μιχάλης Μανουσάκης, Όλοι οι αιώνες είναι ίδιοι, ακρυλικό και κάρβουνο σε σκαμμένο ξύλο, 50 x70 cm, 14 Μαΐου 1999.

Με τη νέα συλλογή του Επάμεροι – 147 χαϊκού ο Άγης Μπράτσος, μετά τα Τόσα Λόγια ­– 145 χαϊκού (2012), επιστρέφει το 2021 στα δεκαεπτασύλλαβα ποιήματα.

Η πολύσημη διασπορά στον Κόσμο, η ατέρμονη γλωσσική επικράτεια (Όμηρος, Αισχύλος, Πίνδαρος, Σοφοκλής, Σολωμός), τα ραγδαία προσωπεία του Άλλου, ο εύφλεκτος χρόνος διαχέονται με αιφνίδιες ομοιοκαταληξίες στα χαϊκού Επάμεροι. Οι στίχοι τους δροσοσταλίδες για το φύλλωμα της σκέψης και το ριζωμένο συναίσθημα.

Κριτικές