του Παναγιώτη Καραβασίλη
Εξόρμηση, Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 1996
«Όπου οι λίγες ώρες μυστικιστικής ευτυχίας διακόπτονται από ένα αιματηρότατο γεγονός» (Ουμπέρτο Έκο)
Το πρώτο ποιητικό βιβλίο του Άγη Μπράτσου ως φαίνεται και απ΄ το σημείωμα του εξωφύλλου: γεμάτο υποσχέσεις και προοπτικές. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το 1990 γράφτηκε στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Πρώτη γραφή, πρώτες εντυπώσεις όχι βέβαια πρωτόλειες, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά με ξεχωριστές και ιδιάζουσες μορφές αποκτά μια ξεχωριστή ταυτότητα καθώς εναντιώνεται στο πνεύμα των καιρών, όταν ο ήχος της ποιητικής έμπνευσης μπορεί να αφηγηθεί ολόκληρη την ιστορία μιας προσλαμβάνουσας μέσα σε έναν κόσμο απροσπέλαστο: άλλοτε εγκεφαλικός, άλλοτε ισχυρά βιωματικός, αποκτά μια γνήσια φόρμα: «Ο άλλος την εικόνα σου του κόσμου αλλάζει» (Ν. Γαβριήλ Πεντζίκη, Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής) και ο νέος ποιητής «Ενδεχομένως να την παραλλάζει. Να καταστρέφει. / Ας είναι κι ατελείς, οι ανδριάντες παρατάσσονται. / Η φθορά καραδοκεί και καταθέτει ωτοασπίδες σοβαρά. / Υποκλίνομαι σ’ ανδριάντες παρ’ όλα αυτά / και υφίσταμαι τους λόγους που σεμνά φιλοτέχνησα μόνος. / Τα ανωτέρω -οι θεωρίες- στην εγκατάλειψη προχωρούν / κι η εγκατάλειψη ως είθισται προελαύνει ξανά» (…) «…Κατάκοπο τέλος με διαπομπεύεις / και σωρηδόν χειροκροτήματα την ευτυχή αναγνωρίζουν έκβαση: / παράφοροι ψίθυροι κι εναγκαλισμοί. / Πλανώνται τα βλέμματα – διαχρονικοί Εφιάλτες. / Δεν ψάχνουν μονοπάτια, δεν αστειεύονται καν. / Αναιρώ πάραυτα. Οι μυθολογίες δεν είναι της εποχής». Μπορεί να καταγράφει ολόκληρη την ιστορία του ο ποιητής, μπορεί να ζωγραφίζει με τους στίχους του το φως που επιθυμεί, το πολυεπίπεδο δράμα της πόλης, με ξεχωριστά σύμβολα αισθητικά με κάποιο άρωμα θυμού, ενάντια στον ταριχευμένο καιρό, η τέχνη του να μας δημιουργεί ψευδαισθήσεις, αλλά η αλήθεια του να βρίσκεται στους ποιητές της ζωής.
«Το σεληνόφως υπαγορεύει στίχους. / Μεγεθύνει το σώμα απευθύνοντάς το στ’ άστρα / που θαυμάζεις κάτι τέτοιες βραδιές. / Μετρημένες αλήθεια, ωστόσο αθάνατες / όπως εκ των υστέρων λέμε / εστιάζονται σ’ εκείνο το σημείο του κορμιού / -το μη ορισμένο αλλά οριστό- / που εξηγεί ακλόνητα την τρέλα μας. / Τι μέθη κι αυτή χαώδης / πριν βγάλει ο ήλιος κακέκτυπα. / Είναι που το σεληνόφως υπαγορεύει στίχους; / Η κατακραυγή του ήλιου; / Χωρίς να ξέρω σ’ αγαπώ».
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ που έρχονται, που φεύγουν / ο έρωτας κι ο θάνατος, οι διαδρομές της ζωής, οι αντιθέσεις, η ωραιότητα, η σιωπή, οι ερημίτες που κατοικούν στην πόλη μας, τα συναισθήματα με μια βαθιά ποιητική πειθαρχία και ποικιλομορφία και αρχιτεκτονική κανονίζει ο νέος ποιητής το μέτρο της αισθητικής σκέψης του. Σε μια εποχή σπασμένη που κανείς δεν μας διαβάζει, όπως έλεγε ο Νίτσε, ο Άγης Μπράτσος δεν έχει λύσεις χωρίς αναζητήσεις, ακόμα και σ’ αυτούς που κρύβονται στα σεσηπότα μέλη: σαπισμένα μέλη, δίδει φάρμακο, κινητοποιώντας παραστάσεις, υποκειμενικές ιδέες μεν, αλλά με προοπτική ενός αντικειμενικού οράματος» . Ξέρει πλέον πως οποιοδήποτε σκοτάδι μεγαλώνει τις σκιές:
«Έπειτα στέκομαι ακίνητος, σιγή να τηρήσω ενός λεπτού. / Όχι για όσα έφυγαν στο βυθό αλλά για εκείνα / ξέρεις, τα σπουδαία που δεν έφτασαν ποτέ. / Τέλος, κάνω μεταβολή υπερήφανος που κράτησα τους τύπους» (…) «Κι η Οδύσσεια όραμα που κρύβει λιγότερα από μια κατάδυση. / Τα μυστικά της θάλασσας δεν είναι πέρα στους ωκεανούς / αλλά βαθιά στο νερό που μας βρέχει / κι αν πιαστούν ανέρχονται ένα ένα».
ΟΙ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΕΣ ροές εικόνων και συνειρμών, ο ποιητικός λόγος μέσα από μια ξεχωριστή ενόραση, φαίνεται να βλασταίνει και να κάνει καρπούς και μαζί με την αίσθηση της ρεαλιστικής πραγματικότητας, ξετυλίγουν επαρκώς το κουβάρι των ερωτημάτων μας. «Κατατρώγω τις σάρκες μου. / Στην εποχή που έκανε το σώμα αξιοθέατο / δυσφημώ μια τέτοια απελευθέρωση. / «Αναζητείς πάλι χώρο να καθαρογράψεις την ψυχή σου. / Ας πηγαίνω σιγά σιγά». / Έτσι μου ‘λεγες όταν μ’ έπιαναν αυτές οι ώρες / κι ανεβοκατέβαινα τόσους ορόφους απελπισίας». (…) «Καθαρά βλέπω σήμερα την αιτιώδη διαδρομή. / Ελπιδοφόρα ήταν τα γεγονότα, / εκτίμηση κατά κρίση αντικειμενική. / Το πανάρχαιο αίνιγμα. Αυτό δε σκέπτεσαι; Γι’ αυτό δε γράφεις;» Αυτοί οι στίχοι μού φέρνουν στο μυαλό τους στίχους του φίλου μου ποιητή Μένη Καλατζόπουλου. «Ξέρεις τι έμεινε για σένα ποιητή; Τα πλαστικά περιστέρια στη βιτρίνα κι ένα κόκαλο με ραδιενέργεια. Την εφημερίδα και τ’ απόβλητα των ειδήσεων που άφησα στους νεκρούς». Σίγουρα ο νέος ποιητής Άγης Μπράτσος έχει τα καύσιμα που χρειάζεται και μας ταξιδεύει με την ποιητική του συλλογή. Σίγουρα είναι προικισμένος με όλα τα αισθητικά εργαλεία που συνθέτουν την ποίηση και τις ωραίες ιδέες:
«Για να μεταχειριστώ μια λέξη μόνο / θαλπωρή χαρακτηρίζω το ευνοούμενο όνειρο καθενός. / Μια λέξη μόνο μόνο για να σηκώσει κεφάλι / το τμήμα εκείνο που με τα λόγια τα πολλά στεκόταν αθέατο. / Κι είναι αυτό που αναγγέλλει με κακεντρέχεια: / Ο ευρών αμειφθήσεται». (…) «Στην εποχή της πιο εξαγριωμένης τεχνολογίας / παλεύουν με νύχια και με δόντια. / Τους βλέπω, θέλουν να μείνουν άνθρωποι. / Δηλαδή; / Να γράφουν τρέχει αίμα και να σκέπτονται αιμορραγώ».
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ στίχος του ποιητή δείχνει την διαλεκτική του σκέψη για τον κόσμο, όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούνται όχι με τα πλήρη δικαιώματά τους, αλλά σαν έμβολα και μοχλοί και άξονες, τότε μιλάει για την πρώτη ύλη τη Σάρκα και το αίμα. Εναντίον αυτού του «άουτο ντα φε» προτάσσει τον άνθρωπο και το συναίσθημα ψάχνοντας για έναν κώδικα επικοινωνίας, ξεχωριστό, μας μεταγγίζει τους παλμούς της ψυχής του, με ένα άλμα ποιητικό και με αναλαμπές γίνεται συμμετρικός στο μύθο του απρόοπτου. Η ικανότητά του να χειρίζεται τη γλώσσα είναι προφανής, μέσα στο ρεπερτόριο του, υπάρχει η δόμηση, και η ενότητα με μια ιεραρχική μαχητικότητα και λειτουργία : Το λειτουργικό μέρος μονοπωλεί την προσοχή του συνόλου της ιδέας του. Έτσι κλείνει πολλά πράγματα στην ποιητική συλλογή του: «Ποιητής είναι εκείνος που πιάνει και κλείνει τον ουρανό και τη γη, μες στο κλουβί της φόρμας του». Έλεγε ο Κινέζος Λι Τσι το 300 π.Χ., για την αξία της μορφής και του περιεχομένου. Αυτό το επιτυγχάνει πλήρως ο νέος Ποιητής Άγης Μπράτσος. Τρεις ενότητες ποιητικές δίχως ανισότητες, με μια θέαση ενός κόσμου που αλλάζει όψεις βιαίως μέσα από κλυδωνισμούς και εντάσεις: Αναγνωστικό αισθημάτων!