ΝΟΥΜΑΣ, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος ’95
Ο γενικός τίτλος της συλλογής, εμπνευσμένος από την τρίτη ενότητα καταγραφών, υποβάλλει την έννοια της επιφανειακότητας, αλλά και της αμεσότητας της πρωταρχικής, οπτικής κυριώτερα εμπειρίας. Οι σημειολογικές ενότητες που αντιστοιχούν σε αυτές τις καταγραφές, σύντομες, ασθματικές κατά κανόνα, εκτρεπόμενες περιπτωσιακά, μάλλον συνειδητά, σε πεζολογικά παραθέματα δεν εγκαταλείπουν ωστόσο την -ποιητικά τουλάχιστον– στοιχειώδη στάση σεβασμού προς το ίδιο το γλωσσικό όργανο και τις -αισθητικές δεσμεύσεις / δυνατότητές του. Άλλωστε ο Α.Μ. δεν διστάζει, μέσα στο κλίμα της ποίησής του να προβεί σε μια ομολογία «πίστης» (παρ.96) που καλύπτει αυτή την πλευρά των κατά τ’ άλλα ριζοσπαστικών προσεγγίσεων του (ο Α.Μ. επιχειρεί εδώ ν’ αποδώσει τον οφειλόμενο χαρακτηρησιολογικό σεβασμό).
Συμπερασματικά λοιπόν, μπορούμε κι έχουμε μια σύγχρονη, ανατρεπτική στην ουσία της και ανορθόδοξη στη διατύπωσή της ποίηση, δίχως να ξεπερνάμε τα όρια εκείνα, που μετατρέπουν την ισχύ της εκφραστικής θεληματικότητας σε αδυναμία, ακόμη σαφέστερα, σε αδυναμία αναγνώρισής της, από ένα μάλλον αιφνιδιασμένο κοινό. Άποψη βέβαια.