του Γιάννη Πανούση
Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008
Τρομοκρατία είναι το πάθος
να ζουν οι άλλοι όπως εμείς
Άγης Μπράτσος, Πρώτο φως
Η «σκέψη με εικόνες» εμπεριέχει πολλούς κινδύνους: από την ανάπτυξη ρατσιστικών ιδεολογιών μέχρι τη σύλληψη εγκληματιών με φυσιογνωμικά κριτήρια.
ΑΝΘΡΩΠΟΙ-τέρατα, διαβολικά σημάδια στο σώμα του εγκληματία, γόητες, μάγοι και στρίγγλες που φέρουν στίγματα αναγνώρισης, το «εγκληματικό κτήνος», ο εγκληματίας-υπάνθρωπος, ακόμα και ο άσχημος ή ο ξένος εξακολουθούν να μας πανικοβάλλουν λόγω των φυσιογνωμικών ιδιαιτεροτήτων τους.
ΣΑΝ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ όπου η κοινότητα σκοτώνει (= θυσιάζει) ένα από τα («διαφορετικά») μέλη της, καθησυχάζοντας την ένοχη συνείδηση όλων ή σαν τη διαδικασία με την οποία «απονέμουμε» τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου στους ομοφυλόφιλους και στους σακάτηδες, η «δικαιοσύνη μας», μέσω φυσιογνωμικών προκαταλήψεων, διατηρεί ακόμα τις μαγικές της ρίζες.
ΠΟΣΟ λοιπόν έχει παγιδευτεί η Εγκληματολογία στο παιχνίδι του ομαδικού ασυνείδητου, συγχέοντας τον «κακό» με τον «άσχημο», τον «διαφορετικό» με τον «εγκληματία»;
ΠΟΛΛΟΙ ισχυρίζονται ότι οι εγκληματίες έχουν την «εμφάνιση» του εγκλήματός τους. Αλλοι, πως οι εγκληματίες διαφέρουν «φυσιογνωμικά» από τις φωτογραφίες της Σήμανσης. Το «πορτρέτο» του εγκληματία και η «πινακοθήκη» των εγκληματιών δεν βρίσκουν σύμφωνους τους συγγραφείς.
ΚΙ ΟΜΩΣ, υπάρχει και η αντίθετη άποψη. «Πόσο άδικοι είναι οι άνθρωποι όταν δικάζουν σύμφωνα με το παρουσιαστικό». Καθώς εντυπωσιάζονται από την «εικόνα» και δεν ενδιαφέρονται για την ψυχή, δεν διακρίνουν πίσω από το «σκληρό» βλέμμα το δυστυχές πρόσωπο ενός ανθρώπου. Προσοχή λοιπόν: να μην (κατα)κρίνουμε «εξ ασυμπαθείας» ή λόγω δεισιδαιμονικών καχυποψιών ή λόγω προκαταλήψεων.
Η ΕΙΚΟΝΑ του «αρνητικού ήρωα» κατασκευάζεται λεκτικά από δημοσιογράφους που προτιμάνε την ιδιότητα του «φωτογράφου αγριμιού» από αυτή του «ζωγράφου -έστω και καταραμένων- ανθρώπων».
ΜΕΣΑ στα επίθετα που «κοσμούν» τις περιγραφές των εγκληματιών ή τους ακραίους χαρακτηρισμούς (δράκος, κτήνος κ.λπ.) σοβεί η καρκινογόνος ιδεολογία της απόρριψης «κάποιου που δεν μας μοιάζει», κάποιου «διαφορετικού». Κι έτσι η υποψία για τους «άλλους» γενικεύεται. Η μέσω κιτρινόμαυρων τηλε-εκπομπών «δημόσια κάθαρση» συνήθως «τρυπάει» τις ήδη διάτρητες ηθικές των «εκτελεστών». Προσοχή λοιπόν: η «βία της σκέψης», ακόμα και με αμυντικό πρόσχημα, καταλήγει σε έγκλημα. Αν εκτελούμε τους «υπόπτους» πριν αποδειχθεί οτιδήποτε, τότε γινόμαστε εμείς ένοχοι. Γι’ αυτό και σε τελική ανάλυση το ερώτημα παραμένει ανοιχτό: Πόσο έτοιμοι είμαστε όλοι μας να δεχτούμε τη μοναδική ίσως ερμηνεία του ζητήματος που περιέχεται στη φράση: «Η εικόνα του λύκου δεν μας φοβίζει όπως ο λύκος, αλλά όπως η εικόνα του λύκου που έχουμε μέσα μας».