του Λευτέρη Παπαδόπουλου
Τα Νέα, 17 Νοεμβρίου 2008
Τριάντα πέντε χρόνια από τη Μεγάλη Εξέγερση των νέων στο Πολυτεχνείο. Ειπώθηκαν χθες και θα ειπωθούν πολλά σήμερα. Από πολλούς. Άλλοι θα μιλήσουν με γνήσια συγκίνηση. Άλλοι με «χιλιοφορεμένα» κλισέ. Άλλοι με κούφιες, πομπώδεις εκφράσεις. Εγώ διάλεξα για την ιστορική επέτειο μερικούς στίχους. Από διάφορες συλλογές. Η πρώτη έχει τίτλο «Πρώτο φως»(«Κέδρος»). Και είναι αφιερωμένη στον αξέχαστο αγωνιστή της αντιδικτατορικής πάλης Τάσο Μήνη. Αντιγράφω: «… Μετά το Πολυτεχνείο είσαι παράνομος. / Σε θυμάμαι κλεισμένο στο άλλο δωμάτιο. / Ο Ιωαννίδης να πλανιέται σαν μολυσμένος αέρας. / Άραγε θα μπει και σπίτι μας; / Οι ώρες τα βράδια ηχούν με Ντόιτσε Βέλε. / Είναι παράδοξο / η προσδοκία ξαναζεί από τη Γερμανία / όχι ο θάνατος. / Και τα Ες Ες πώς άλλαξαν όνομα και στολές. / Έγιναν ΕΑΤ/ΕΣΑ και είναι δικά μας παιδιά. / Είμαστε λοιπόν όλοι Ναζί; / Το μέλλον είναι αόρατο. Ολόιδιο με το νέο δικτάτορα. / Σαν τις δυο μέρες στο πρώτο σου κρησφύγετο / θα μείνει κι ο ορίζοντας κλειστός;»
Ο Φοίβος Ιωαννίδης, πρώην βουλευτής και υπουργός, συνελήφθη βασανίστηκε και φυλακίστηκε στα χρόνια της δικτατορίας. Κάποτε, μου απήγγειλε ένα ποίημα του Βάρναλη για τον Δημήτρη Γληνό που τον πάνε σιδηροδέσμιο σε κάποιο ξερονήσι, εξορία. Ρίγησα με το ποίημα. Και το αποστήθισα. Και όποτε βλέπω τον Φοίβο τού το απαγγέλλω, με τη σειρά μου. Να το: «Τυχερέ, κείνο το άθλιο δειλινό / σε δέσαν με τον Δάσκαλο Γληνό. / Μεγάλα μάτια αστραφτερά, στητός / κι ατάραχος πάνω απ’ τη μοίρα αυτός, / κοιτούσε την ερχόμενη ευδία / σαν νευρικός από την αηδία. / Μαζί μας, τελευταίοι με το βαπόρι / πρεζάκηδες, αλάνια, λαθρεμπόροι. / Ξεπίτηδες, για να φανεί πως ίσα / λογιούνται η λευτεριά και τα χασίσα».
Τα νιάτα του Τίτου Πατρίκιου τα ’φαγαν η Μακρόνησος κι ο Αη-Στράτης. Το ΄67 συνέχισε τον αγώνα του, κατά της χούντας αυτή τη φορά, στο Παρίσι. Παραθέτω το ποίημά του «Ρόδα αειθαλή» από τη συλλογή του «Λυσιμελής πόθος», που μόλις κυκλοφόρησε («Καστανιώτης»-«Διάττων»). Σημειώνω ότι το ποίημα γράφτηκε στον Μόλυβο το 2000: «Η ομορφιά των γυναικών που άλλαξαν τη ζωή μας / βαθύτερα κι από εκατό επαναστάσεις / δεν χάνεται, δεν σβήνει με τα χρόνια / όσο κι αν φθείρονται οι φυσιογνωμίες / όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα. / Μένει στις επιθυμίες που κάποτε προκάλεσαν / στα λόγια που έφτασαν έστω αργά / στην εξερεύνηση δίχως ασφάλεια της σάρκας / στα δράματα που δεν έγιναν δημόσια / στα καθρεφτίσματα χωρισμών, στις ολικές ταυτίσεις. / Η ομορφιά των γυναικών που αλλάζουν τη ζωή / μένει στα ποιήματα που γράφτηκαν γι’ αυτές / ρόδα αειθαλή αναδίδοντας το ίδιο άρωμά τους / ρόδα αειθαλή, όπως αιώνες τώρα λένε οι ποιητές».
Τα Νέα, 19 Νοεμβρίου 2008.
Παράλειψη: στο προχθεσινό χρονογράφημα, παρέλειψα εκ λάθους το όνομα του ποιητή, ποίημα του οποίου δημοσίευσα, από τη συλλογή «Πρώτο φως». Είναι ο Άγης Μπράτσος. Ζητώ συγγνώμη.