του Βασίλη Καλαμαρά
Ένθετο «Βιβλιοθήκη» της εφημερίδας Ελευθεροτυπία, τεύχος 552, Παρασκευή 15 Μαΐου 2009
Η έβδομη ποιητική συλλογή του 46χρονου Άγη Μπράτσoυ υπόσχεται αισιοδοξία σε μια εποχή που όλα θέλουν, λες και από μαζοχισμό, να βυθίζονται στο σκοτάδι, Το γνωρίζει εντούτοις καλά το σκοτάδι, στο παρελθόν της πρόσφατης νεοελληνικής Ιστορίας, ως μνήμη, άσβεστο, στο απώτατο τού ηρακλείτειου στοχασμού, στο σχεδόν παροντικό, ως συνομιλία πατέρα και παιδιού∙ τέλος, δεν διστάζει να αποτίσει φόρο τιμής στους ποιητές που χρωστάει, στην τελευταία ενότητα, την οποία αφιερώνει στην Αμερικανίδα ποιήτρια Έμιλι Ντίκινσον.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Στο «Όλα γνωστά» είναι ο αξιωματικός της αντιδικτατορικής δράσης Τάσος Μήνης (1919-2006) που εμπνέει, ιδωμένως με τα μάτια ενός δεκάχρονου αγοριού. Τα «Άκεα» (=φάρμακα) είναι η μνήμη του σώματος, όταν το σώμα θυμάται ως σκεπτόμενο όργανο αισθαντικότητας. Στην ίδια ενότητα ο τίτλος «Κι αίφνης, Ηράκλειτε» παραπέμπει ευκόλως στο θέμα. Έχουμε έναν διάλογο ποιητικώ τω τρόπω με τον προσωκρατικό φιλόσοφο της στιγμής, ως στιγμιαία αποκάλυψη ζωής: ζήσε το τώρα ως το άπαν του παροντικού χρόνου, χωρίς να αφήνεσαι σε μελλοντολογίες. Το «Πρώτο φως» -ο τίτλος της τρίτης ενότητας που τιτλοφορεί και την ποιητική συλλογή- είναι ο διάλογος πάνω στην απαντημένη αναπάντητη ερώτηση: «Πού ήσουν κρυμμένος, μπαμπά;». Αντιλαμβάνεσθε ότι το παιχνίδι είναι παρόν αυτοπροσώπως, ως κλείσιμο του ματιού στο παιδί που ήταν κάποτε και δεν το ξέχασε ο Άγης Μπράτσος. Η επαναφορά του νέου δεν είναι οι νέοι κανόνες, αλλά οι παλιοί, ούτε των κερδών ούτε των απωλειών. Τέλος, στη «Μουσική για την Emily» έχουμε το καλοκουρντισμένο αισθηματικό στέρνο μπροστά στη βία: της σύγχρονης Παλαιστίνης, του αδιέξοδου καθημερινού αλληλοσκοτωμού, της 6ης Αυγούστου, ημέρας που βούλιαξε η Χιροσίμα μέσα στο «μανιτάρι» της πυρηνικής βόμβας, των πρώτων ημερών της επτάχρονης δικτατορίας, της μοντέρνας βίας, της τρομοκρατίας, απ’ όπου κι αν προέρχεται.