Πάλιωσες και πια δε φεύγεις.
Κι όλο να βρεις θέλεις ερείσματα.
Ακούγονται θυσίες στη διαπασών.
Με ανάσες θαμπώνεις την ανία.
Σμικρύνονται κάπως οι αποστάσεις.
Μα, όπως καινούριες επιθυμίες ξεχύνονται,
οι σκιές μας φαντάζουν πιο χλομές.
Ευτυχώς θα μείνουν αθέατες.
Γιατί οι άγουροι πόθοι, με την ορμή που έχουν,
βγαίνουν όπως να ’ναι.
Δε χασομερούν σε καθρέφτες.