ΠΡΟΗΓΜΕΝΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Άραγε συμβολίζει το άγνωστο;
Μα καθετί άγνωστο είναι.

Μήπως το μυστήριο;
Μην το λες, αρκετό στο μυαλό κρύβουμε.

Τότε την περιπέτεια.
Εξυπνάδες, για λίγη ασφάλεια τα παίζουμε όλα για όλα.

Μα δεν μπορεί, κάτι υπαινίσσεται η θάλασσα
ούτε στιγμή δεν είναι αδιάφορη. Το βλέπεις.

Τίποτα δε βλέπω μα σε νιώθω
όταν καλπάζουν οι σκέψεις μεσοπέλαγα.
Δεν πά’ να τις λες κύματα ή όπως αλλιώς θες.

Κοίτα να δεις, μόλις ταυτιστήκαμε
κι ας είναι για σένα τα κύματα σκέψεις θεόρατες
ενώ για μένα μια χτυπητή αναδίπλωση.

Άλλη μια δοκιμασία στον κόσμο.
Μια γλώσσα κοινής αποδοχής δε σημαίνει ταύτιση.
Ακόμη κι αν το κύμα παραμένει σκέτο κύμα,
εύκολα βουλιάζουμε.

Σε τι θολά νερά, φίλε, ταξιδεύουν οι λέξεις.
Γι’ αυτό τα κάνουμε θάλασσα.

ΘΑΛΑΣΣΑ ΗΧΗΕΣΣΑ

Φλύαρη θα ήταν επιφάνεια χωρίς τα βάθη.
Ο κίνδυνος διαχέει μια μαγγανεία.

Αλλά μην έχετε αμφιβολία
διψάμε για ζωή πολυκύμαντη.
Έστω δεμένοι και σε κατάρτι.

ΔΡΥΣ

Φιλοσοφημένο δέντρο.
Πολλά υπόσχεται στη σιωπή του.
Μια ιδέα νερό μοιάζει αρκετό, μας γνέφει αέρινα,
για να ριζώσει πολυόμματη γαλήνη.
Ξέρει όσα χρειάζεται για να υπάρχει.
Βυθισμένο στο χαρακτήρα του
δεν ψηλώνει για κάποιον άλλο
δε χαμηλώνει στο πρώτο φύσημα παρηγοριάς.

Τι σχέση έχει με όλους εμάς;
Στη σκιά του κι ο πιο ταπεινός ικέτης
περνά για υψιπέτης.

Αμίλητο απάνθρωπα, στεγάζει μια σιγή τοτεμική.
Και όταν αίφνης ανεμίζει σαν δόξα
κάθε του νεύμα δείχνει απρόσιτο.
Γιατί μου το κάνει;
Πάλι θα ζω άηχα, με υποσχέσεις;

Πάει καιρός που το ’πε ο Σολωμός:
«Όποιος θέλη τα μυστήρια
Να ξαγγλίση, έχει ντελίρια».

Ήρθε η ώρα για λίγο φως.
Ο κορμός σου, δέντρο, πλήρης, αναιδής ερεθισμός.
Το φύλλωμα, οι ρίζες, τα κλαδιά σκέτη πλεκτάνη.

Άσπλαχνο δέντρο
κι ας έρχεται κάπως στο νου
η «άνασσα του δρυμού»,
η «δέσποινα αγρίας καλλονής»,
η βασιλική δρυς του Παπαδιαμάντη,
αδίκως παριστάνεις σ’ εμένα το διαμάντι.
Όσο κι αν δίνεις προσάναμμα στη φαντασία
ορθώνεις κάθε στιγμή την επικείμενη πτώση μόνο.

Αφύσικο δέντρο.
Δε με ξεγελάς ούτε με τρέφεις με τη σιωπή.
Γιατί δίχως μια λέξη πώς να πάρω ανάσα.

Μίλα μια φορά κι εσύ, καημένο. Τι με κοιτάς;
Άνθρωπος είμαι, με λόγια ζω.
Κι εσύ, δέντρο σιχαμένο,
μ’ έχεις φλομώσει στ’ οξυγόνο.

ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ

Τι να μου πεις κι εσύ, λογότυπο της άλλης ζωής.

Πόσο δίκιο έχει ο Παλαμάς.
«Αυροσάλευτο» είσαι.
Ποιος ξέρει τι άλλο.
Σαν δάχτυλο σηκώνεσαι να λύσεις απορίες.
Σίγουρος μάντης, τυφλά πατάς στο δάκρυ
και δείχνεις κατευθείαν ουρανό.

Καλό κι αυτό, να κάνεις εύφορη την απουσία.
Δε σε τρομάζει καθόλου.
Πόσο διαφέρουμε.
Με γεγονότα και μόνο να ζεις εσύ
κι εμείς μονάχα στη φαντασία.

ΕΥΚΑΛΥΠΤΟΣ

Στρίβεις απότομα στην έξοδο της εθνικής.
Στο βάθος εμείς, οι ψύχραιμοι ευκάλυπτοι.
Στεκόμαστε φρουροί για μεγαλεία.
Αν χαμηλώσεις το σταθμό
όλο και θα ’χεις συνοδηγό το θρόισμα.

Τι ασύμφορη μαγεία.
Όσο δεν τολμάς ν’ αλλάξεις ζωή
είναι λάθος όλα, τοπία, διαδρομές, συνοδηγοί.

Όχι άλλες υπεκφυγές.
Δεν είναι ταξίδι αυτό. Σκέτη ερημιά.

Σ’ το λέω εγώ, ο ευκάλυπτος, δε διαφεύγεις.
Αν δεν έχεις ριζική διαδρομή, ακατάληπτος θα φεύγεις.
Το πρόβλημα θα ’σαι, ποτέ η λύση.
Θα φαίνεσαι στη φύση ξένο γνώρισμα.
Και στα μάτια σου, αν έχεις μάτια
στην ερημιά θα μείνεις, θα μένεις.

ΕΛΑΤΟ

Θέλω να πιστεύω πως ο Φίλιππος
μιλούσε ανοιχτά στα έλατα.
Σε μια θέση οχυρή, κοντά στη Λάρισα.
Έτσι διπλασίασε το μήκος για τη σάρισα
γιατί ένιωσε, σοφά, τα έλατα μπροστά.

Δεν υπάρχουν άστεγες σκέψεις.
Και όλες, μα όλες μας οι βλέψεις
διψάνε για λίγη φυσικότητα.
Να νικήσουμε αλλά πώς;

Κάθε σκέψη λογική όταν απηχεί τη φύση.
Τότε τίποτα δε φαίνεται αυθαίρετο.
Ώστε ακόμα κι ένα άβουλο έλατο σε κάνει καινοτόμο.

Να επικρατήσουμε. Όμως γιατί;
Μόνο και μόνο για την ιδέα.
Μα είναι τόσο φυσικό.
Και φυσικότητα είναι μια λέξη χωρίς πέρατα.
Μια λέξη πάντως κατανοητή
όσο θα υπάρχουν Φίλιπποι.

ΛΕΥΚΑ

1.
Πόθοι κάτω απ΄ τις λεύκες.
Δεν παίζουμε θέατρο φυσικά, ή μήπως όχι;
Οι εραστές είναι οι μέγιστοι υποκριτές.
Πεθαίνουμε δήθεν ο ένας για τον άλλο.
Είμαστε όλοι τραγωδοί
και βγάζουμε το πάθος ανέπαφο
μονάχα σε αθέατη σκηνή.
Σε λεύκες νοητές.
Ποιος νοιάζεται για τις άλλες.

2.
Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες
είναι το άψυχο βλέμμα, τα έτοιμα λόγια.
Αν δε βλέπεις τον άλλο επιδερμικά
θα βρεθείς συχνά στη διάσημη οδό.
Στο δρόμο με τις λεύκες.

Μα μη δίνεις σημασία.
Για γέλια είναι, κι ας είναι γραφτό.
Να φέρνει τρόμο ο πασαένας, η πασαμία.

ΚΕΔΡΟΣ

Εδώ δεν είναι ζούγκλα, είναι πρωτεύουσα.
Πολύτιμη κι η πιο δευτερεύουσα δράση.
Πού μυαλό για δάση και ποιος κέδρος.
Μόνος ορίζοντας το κέρδος.

ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Με το ζόρι την επισκέπτονται πια.
Δεν είναι σκληρά ούτε αχάριστα παιδιά.
Είναι ανθρώπινο το πράγμα.
Στη φιλόξενη αρρώστια της δεν έχουν τόπο
για τη χαρά και πρέπει να παραμείνουν παιδιά.
Εκείνη ήταν τρελή, θεόμουρλη.
Να νομίζει μ΄έναν τρόπο
πως ζουν οι γιαγιάδες παντοτινά.