Nα έρθουν οι λέξεις.
Nα καταλάβουν επιτέλους τη γύμνια τους.
Eδώ είναι η θάλασσα
οι ξερολιθιές
οι βράχοι ασήκωτοι σαν τις επιθυμίες.
Aς έρθουν κατά δω να ψελλίσουν τις αδυναμίες τους.
Tώρα που φυσάει και δεν ακούει κανείς.
ΜΥΚΟΝΟΣ II
Ας πέσουμε στα φλας της θάλασσας.
Να αγγίξουμε τον ήλιο
να ανατριχιάσουμε το σώμα.
Ας φτιάξουμε ταξίδια.
ΜΥΚΟΝΟΣ IV
Eπηρμένος μυκονιάτικος άνεμος
και δύση επάνω στην ακατάδεκτη θάλασσα
κινδυνεύουν να γίνουν ειδυλλιακή καρτ ποστάλ.
ΜΥΚΟΝΟΣ III
Άλλος ένας τίτλος σαν να πρόκειται για καράβι
χαρακτηρίζει στίχους για ένα νησί.
Γιατί στα αγαπημένα μέρη βάζουμε φουγάρα
καθελκύουμε τη λαχτάρα μας
σκηνογραφούμε τοπία αναχωρήσεων.
Το Μύκονος III δεσπόζει στο πέλαγος
κι ας είπαμε βιαστικά πως δεν είναι καράβι
ή πως είναι ακόμη ένα στα τόσα νησί.
Υπό το κράτος της επιθυμίας άλλωστε
δε λέγονται τα πράγματα με τ’ όνομά τους.
ΙΟΥΛΙΟΣ, 19:45
ΠΡΙΝ ΧΡΟΝΙΑ
Στα δάχτυλα ξέπλεκη αίσθηση φωτός.
Σπασμωδικά κλείνουν κι ανοίγουν άδεια εκτυφλωτικά
αφού και ξέπλεκη η αίσθηση φωτός
ίχνη ορατά δεν καταλείπει.
Χωρίς να ασπάζεται ένστικτα, δεν επαφίεται στη λογική
κι ας μη στηρίζουμε αλλού την πάγια μέθεξη
πως ξέπλεκη για χάρη μας διαρκώς.
ΙΟΥΛΙΟΣ, 19:45
ΤΩΡΑ
Εύφλεκτα χρώματα θέλγουν συνειδήσεις.
Ενυπάρχουν στη φύση ουτοπίες.
Τη δική μας εννοείται.
Αλτ, τις απορίες λύσατε.
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ
Kλείστε πια τις μουσικές.
Tα κλειδιά τους αφήστε πέρα.
H τελευταία πνοή του ήλιου
ζεσταίνει την εύηχη σιωπή.
Δεν είναι ώρα για τραγούδια.
Δεν μπορεί οι ώρες όλες να ’ναι εκκωφαντικές.
H μουσική της φύσης έχει σειρά να παίξει
και να μας κερδίσει ακόμη
εγκλωβισμένους στην αθωότητα.
ΔΥΣΗ ΗΛΙΟΥ
Καταθέλγεις τη σαγήνη με τόσες αποχρώσεις.
Ξαφνιάζεις τους πάντες δίνοντας στο τέλος
μια όψη ανέλπιστα θελκτική.
Πού να δουν πως πρόκειται για τελείωμα
για ολοκλήρωση και τελείωση της φύσης.
Τι σχέση μπορεί να ’χει με αριστουργήματα τέτοια
το τέλος που ξέπνοα τα χείλη ανοίγει:
Αυτό ήταν.
Εδώ κρύβεται άλλη περίπτωση φύσης, της νεκρής.
Παρούσας όμως κι έτη φωτός από κάθε ήλιο.
SUPER PARADISE
Σκεπτική αμμουδιά, θάλασσα κάπως ανήσυχη.
Καθηλωμένος ώρα εισπνέω το θάμβος.
Η ζέστη αφόρητη σαν χαλασμένη ελπίδα
κι ο ιδρώτας τρέχει σε εικόνες θεϊκές.
Απόλλωνες γυμνοί και Αφροδίτες
αναβλύζουν μυστική ευεξία.
Και όλοι με ξυρισμένα, αιχμηρά εφήβαια
όπλο τους κρυφό για ν’ ακονίζουν το μυαλό με συναίσθημα.
Γιατί τώρα πνέει φιλήσυχος καιρός
μα όλες οι μέρες αγώνας για ουρανό ξεκάθαρο.
Εξεγερμένοι πατάμε γερά στο χώμα και ανυψώνεται χαρά.
Εμπρός, παιδιά, με τα ολόψυχα βλέμματα
και τα στεφάνια στα μαλλιά.
Διαρκής επανάσταση και άπλετος ερωτισμός
δίνουν παλμό και βγάζουνε ανθούς οι εποχές.
Θα πέσουν κιόλας συγκινημένες βροχές.
Σημεία των καιρών.
Κανείς ουρανός δεν υποφέρει τη γυμνή αλήθεια.
Γερνάνε βάρβαρα τα αισθήματα.
Άλλοτε φλόγες κραταιές
τρεμοσβήνουν σαν σπίθες βωβού γαλαξία.
Αλλά ποιος τη βρίσκει με λυγμούς.
Εθισμένοι στο αναπάντεχο
ποζάρουμε για την αθανασία
δίπλα σε παιδιά των λουλουδιών
κοντά σε θαύματα ψηλαφιστά.
Ενθουσιώδη όντα.
Διόλου παράδοξο τραγικά.
36.
Ας χαθούν τα λόγια της Μυκόνου.
Ελεύθερος παραδώσου στους απόηχους.
«Γίνε στο κορμί μου ένα τραύμα τυφλό».
Δε βαριέσαι, λόγια παραφοράς
και το διαμπερές -όπως πάντα- τραύμα μου
εισιτήρια βγάζει κιόλας
για Μύκονο ή όπου να ’ναι.
«Είμαι των είκοσι πέντε ετών τ’ ωραίο παιδί».1
Αφήνω τα υπόλοιπα στο χρόνο.
1. Κ. Π. Καβάφης, «Πριν τους αλλάξει ο χρόνος».