Nα έρθουν οι λέξεις.
Nα καταλάβουν επιτέλους τη γύμνια τους.
Eδώ είναι η θάλασσα
οι ξερολιθιές
οι βράχοι ασήκωτοι σαν τις επιθυμίες.
Aς έρθουν κατά δω να ψελλίσουν τις αδυναμίες τους.
Tώρα που φυσάει και δεν ακούει κανείς.
ΕΡΑΣΤΕΣ, ΙV
Tα μάτια σου, έπειτα, άπληστο χρώμα.
Mπορούσαμε τόσα υπό μία εκδοχή.
Ας κλείσουμε τώρα τα βλέφαρα.
Όχι άλλη μεταφυσική.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Ο φόβος του θανάτου πρόφαση ζωής γίνεται.
Κι η ευτυχία στα ονόματα μοιάζει που περικλείνεται.
Μην ψάχνετε ονόματα. Προφάσεις, όχι άλλες προφάσεις.
ΜΥΚΟΝΟΣ II
Ας πέσουμε στα φλας της θάλασσας.
Να αγγίξουμε τον ήλιο
να ανατριχιάσουμε το σώμα.
Ας φτιάξουμε ταξίδια.
ΕΡΑΣΤΕΣ, VII
Στοχεύουν κυρίαρχες αισθήσεις
αδιάφοροι για τυχόν νοήματα.
Δεν είναι ώρα για λάθη.
ΜΥΚΟΝΟΣ IV
Eπηρμένος μυκονιάτικος άνεμος
και δύση επάνω στην ακατάδεκτη θάλασσα
κινδυνεύουν να γίνουν ειδυλλιακή καρτ ποστάλ.
ΜΥΚΟΝΟΣ III
Άλλος ένας τίτλος σαν να πρόκειται για καράβι
χαρακτηρίζει στίχους για ένα νησί.
Γιατί στα αγαπημένα μέρη βάζουμε φουγάρα
καθελκύουμε τη λαχτάρα μας
σκηνογραφούμε τοπία αναχωρήσεων.
Το Μύκονος III δεσπόζει στο πέλαγος
κι ας είπαμε βιαστικά πως δεν είναι καράβι
ή πως είναι ακόμη ένα στα τόσα νησί.
Υπό το κράτος της επιθυμίας άλλωστε
δε λέγονται τα πράγματα με τ’ όνομά τους.
ΕΡΑΣΤΕΣ, III
Περιεργάζονται με δέος επιθυμίες.
Ενδέχεται να εκραγούν ανά πάσα στιγμή.
ΕΡΑΣΤΕΣ, ΙΧ
Ελάχιστες κορυφαίες στιγμές.
Για τον ένα μοιραία κατάληξη.
Μουσική διαρκείας για τον άλλο.
Ώσπου να συμπέσουν οι γνώμες
δε διατρέχουν κινδύνους.
ΙΟΥΛΙΟΣ, 19:45
ΠΡΙΝ ΧΡΟΝΙΑ
Στα δάχτυλα ξέπλεκη αίσθηση φωτός.
Σπασμωδικά κλείνουν κι ανοίγουν άδεια εκτυφλωτικά
αφού και ξέπλεκη η αίσθηση φωτός
ίχνη ορατά δεν καταλείπει.
Χωρίς να ασπάζεται ένστικτα, δεν επαφίεται στη λογική
κι ας μη στηρίζουμε αλλού την πάγια μέθεξη
πως ξέπλεκη για χάρη μας διαρκώς.